τετράμορφος: Difference between revisions

From LSJ

Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...

Source
(6_3)
(41)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τετράμορφος''': [ᾰ], -ον, ὁ ἔχων τέσσαρας μορφάς, τετραπλοῦς, αἱ [[τέσσαρες]] μεταβαλλόμεναι ὧραι τοῦ ἐνιαυτοῦ, Εὐριπ. ἐν Ἀδήλ. 120.
|lstext='''τετράμορφος''': [ᾰ], -ον, ὁ ἔχων τέσσαρας μορφάς, τετραπλοῦς, αἱ [[τέσσαρες]] μεταβαλλόμεναι ὧραι τοῦ ἐνιαυτοῦ, Εὐριπ. ἐν Ἀδήλ. 120.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, ΜΑ<br />αυτός που έχει [[τέσσερεις]] μορφές («τετράμορφοι ὧραι» — οι [[τέσσερεις]] μεταβαλλόμενες εποχές του έτους, <b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>μορφος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μορφή]]), <b>πρβλ.</b> <i>πεντά</i>-<i>μορφος</i>].
}}
}}

Revision as of 12:47, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετρᾰμορφος Medium diacritics: τετράμορφος Low diacritics: τετράμορφος Capitals: ΤΕΤΡΑΜΟΡΦΟΣ
Transliteration A: tetrámorphos Transliteration B: tetramorphos Transliteration C: tetramorfos Beta Code: tetra/morfos

English (LSJ)

ον,

   A four-shaped, fourfold, ὧραι τ. the four changing seasons, E.Fr.943; of Janus, Lyd.Mens.4.1.

German (Pape)

[Seite 1098] viergestaltig, von vierfacher Gestalt, Eur. frg. inc. 120.

Greek (Liddell-Scott)

τετράμορφος: [ᾰ], -ον, ὁ ἔχων τέσσαρας μορφάς, τετραπλοῦς, αἱ τέσσαρες μεταβαλλόμεναι ὧραι τοῦ ἐνιαυτοῦ, Εὐριπ. ἐν Ἀδήλ. 120.

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
αυτός που έχει τέσσερεις μορφές («τετράμορφοι ὧραι» — οι τέσσερεις μεταβαλλόμενες εποχές του έτους, Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + -μορφος (< μορφή), πρβλ. πεντά-μορφος].