τετράλεκτος: Difference between revisions
From LSJ
Οἷς μὲν δίδωσιν, οἷς δ' ἀφαιρεῖται τύχη → Fortuna multos spoliat, alios munerat → Den einen gibt, den andern aber nimmt das Glück
(6_17) |
(41) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τετράλεκτος''': -ον, ὁ [[τετράκις]] λεγόμενος, ἐπαναλαμβανόμενος, τὰ τετράλεκτα, ᾠδαί τινες [[τετράκις]] ἐπαναλαμβανόμεναι, Κ. Πορφυρ. Ἔκθ. Βασ. Τάξ. 291, 21. | |lstext='''τετράλεκτος''': -ον, ὁ [[τετράκις]] λεγόμενος, ἐπαναλαμβανόμενος, τὰ τετράλεκτα, ᾠδαί τινες [[τετράκις]] ἐπαναλαμβανόμεναι, Κ. Πορφυρ. Ἔκθ. Βασ. Τάξ. 291, 21. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ον, Μ<br />αυτός που επαναλαμβάνεται [[τέσσερεις]] φορές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[λεκτός]] (<span style="color: red;"><</span> [[λέγω]]), <b>πρβλ.</b> <i>τρί</i>-<i>λεκτος</i>]. | |||
}} | }} |