υγροχαίτης: Difference between revisions

From LSJ

Θεὸς πέφυκεν, ὅστις οὐδὲν δρᾷ κακόν → Deus est, qui nihil admisit umquam in se mali → Es ist ein göttlich Wesen, wer nichts Schlechtes tut

Menander, Monostichoi, 234
(42)
(No difference)

Revision as of 12:53, 29 September 2017

Greek Monolingual

ὁ, Μ
αυτός που έχει υγρή χαίτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑγρός + -χαίτης (< χαίτη), πρβλ. κυανο-χαίτης, χρυσο-χαίτης].