Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

χιονοτρόφος: Difference between revisions

From LSJ

Ἰσότητα τίμα, μὴ πλεονέκτει μηδένα → Aequalitatem cole, neque ullum deprimas → Die Gleichheit ehre, keinen übervorteile

Menander, Monostichoi, 259
(6_16)
(46)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χιονοτρόφος''': -ον, [[χιονοθρέμμων]], ὦ ζαθέων πετάλων πολυθηρότατον [[νάπος]] Ἀρτέμιδος χιονοτρόφον [[ὄμμα]] Κιθαιρὼν Εὐρ. Φοίν. 803.
|lstext='''χιονοτρόφος''': -ον, [[χιονοθρέμμων]], ὦ ζαθέων πετάλων πολυθηρότατον [[νάπος]] Ἀρτέμιδος χιονοτρόφον [[ὄμμα]] Κιθαιρὼν Εὐρ. Φοίν. 803.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />[[χιονοθρέμμων]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χιών]], <i>χιόνος</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>τρόφος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τρέφω]]), <b>πρβλ.</b> <i>κτηνο</i>-<i>τρόφος</i>].
}}
}}

Revision as of 12:53, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χῐονοτρόφος Medium diacritics: χιονοτρόφος Low diacritics: χιονοτρόφος Capitals: ΧΙΟΝΟΤΡΟΦΟΣ
Transliteration A: chionotróphos Transliteration B: chionotrophos Transliteration C: chionotrofos Beta Code: xionotro/fos

English (LSJ)

ον,

   A = χιονοθρέμμων, Ἀρτέμιδος -τρόφον ὄμμα Κιθαιρών E.Ph.802 (hex.).

German (Pape)

[Seite 1356] Schnee nährend, hegend, wie χιονοθρέμμων, Κιθαιρών Eur. Phoen. 809.

Greek (Liddell-Scott)

χιονοτρόφος: -ον, χιονοθρέμμων, ὦ ζαθέων πετάλων πολυθηρότατον νάπος Ἀρτέμιδος χιονοτρόφον ὄμμα Κιθαιρὼν Εὐρ. Φοίν. 803.

Greek Monolingual

-ον, Α
χιονοθρέμμων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χιών, χιόνος + -τρόφος (< τρέφω), πρβλ. κτηνο-τρόφος].