ὑμνητήριος: Difference between revisions

From LSJ

ἔσῃ γὰρ ὡς πετεινοῦ ἀνιπταμένου νεοσσὸς ἀφῃρημένος → for you will be as a nestling taken away from a bird that is flying

Source
(6_16)
(43)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑμνητήριος''': -ον, = [[ὑμνητικός]], Εὐδοκία ἐν Villoison Ἑλλ. Ἀνεκδ. τ. 1, σ. 122, κλπ.
|lstext='''ὑμνητήριος''': -ον, = [[ὑμνητικός]], Εὐδοκία ἐν Villoison Ἑλλ. Ἀνεκδ. τ. 1, σ. 122, κλπ.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Μ [[ὑμνητήρ]]<br />[[υμνητικός]].
}}
}}

Latest revision as of 12:58, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1178] = ὑμνητικός, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ὑμνητήριος: -ον, = ὑμνητικός, Εὐδοκία ἐν Villoison Ἑλλ. Ἀνεκδ. τ. 1, σ. 122, κλπ.

Greek Monolingual

-ον, Μ ὑμνητήρ
υμνητικός.