ὑμνητικός

From LSJ

πενία δ' ἀγνώμονάς γε τοὺς πολλοὺς ποιεῖ → Immemores beneficiorum gignit inopia → Die Armut macht die meisten rücksichtslos und hart

Menander, Monostichoi, 227
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑμνητικός Medium diacritics: ὑμνητικός Low diacritics: υμνητικός Capitals: ΥΜΝΗΤΙΚΟΣ
Transliteration A: hymnētikós Transliteration B: hymnētikos Transliteration C: ymnitikos Beta Code: u(mnhtiko/s

English (LSJ)

ὑμνητική, ὑμνητικόν, laudatory, ἡ ποιητική Str.10.3.10.

German (Pape)

[Seite 1178] zum Lobsingen od. Preisen gehörig, Strab. 10, 3, 10 u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ὑμνητικός: ἡ, όν, ὁ ἐξυμνῶν, ἐπαινετικός, ἡ ποιητικὴ Στράβ. 468.

Greek Monolingual

-ή, -ό / ὑμνητικός, -ή, -όν, ΝΑ ὑμνητός
επαινετικός, εγκωμιαστικός («αἱ Μοῦσαι θεαὶ καὶ Ἀπόλλων μουσηγέτης καὶ ἡ ποιητικὴ πᾶσα ὑμνητική», Στράβ.).
επίρρ...
υμνητικώς / ὑμνητικῶς, ΝΑ, και υμνητικά Ν
με εγκωμιαστικό τρόπο, με ύμνους.