ὑποεπιμερής: Difference between revisions
From LSJ
(6_7) |
(43) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑποεπιμερής''': -ές, καὶ ὑποεπιμόριος, ον, ὁ κατὰ ἀκέραιον καὶ [[κλάσμα]] [[ἐλάσσων]], Ἰάμβλιχ. εἰς Νικόμ. Ἀριθμ. 30D. | |lstext='''ὑποεπιμερής''': -ές, καὶ ὑποεπιμόριος, ον, ὁ κατὰ ἀκέραιον καὶ [[κλάσμα]] [[ἐλάσσων]], Ἰάμβλιχ. εἰς Νικόμ. Ἀριθμ. 30D. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ές, Α<br /><b>βλ.</b> [[ὑπεπιμερής]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:59, 29 September 2017
English (LSJ)
ές,
A = ὑπεπιμερής, λόγοι Ph.2.183 cod. M, cf. Iamb. in Nic.p.37 P.
Greek (Liddell-Scott)
ὑποεπιμερής: -ές, καὶ ὑποεπιμόριος, ον, ὁ κατὰ ἀκέραιον καὶ κλάσμα ἐλάσσων, Ἰάμβλιχ. εἰς Νικόμ. Ἀριθμ. 30D.
Greek Monolingual
-ές, Α
βλ. ὑπεπιμερής.