αλγεσίθυμος: Difference between revisions

From LSJ

Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering

Sophocles, Antigone, 583
(2)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀλγεσίθυμος]], -ον (Α)<br />αυτός που θλίβει την [[καρδιά]] μας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> (<i>ἀλγεσι</i>- (<span style="color: red;"><</span> ([[ἄλγος]]) <span style="color: red;">+</span> <i>θυμὸς</i> για τη [[σημασία]] του επιθ. <b>[[πρβλ]].</b> και [[τερψίμβροτος]].
|mltxt=[[ἀλγεσίθυμος]], -ον (Α)<br />αυτός που θλίβει την [[καρδιά]] μας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> (<i>ἀλγεσι</i>- (<span style="color: red;"><</span> ([[ἄλγος]]) <span style="color: red;">+</span> <i>θυμὸς</i> για τη [[σημασία]] του επιθ. πρβλ. και [[τερψίμβροτος]].
}}
}}

Revision as of 10:10, 23 December 2018

Greek Monolingual

ἀλγεσίθυμος, -ον (Α)
αυτός που θλίβει την καρδιά μας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < (ἀλγεσι- (< (ἄλγος) + θυμὸς για τη σημασία του επιθ. πρβλ. και τερψίμβροτος.