Φάληρον: Difference between revisions
ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → love your neighbor as yourself, thou shalt love thy neighbour as thyself, love thy neighbour as thyself
(Bailly1_5) |
(6) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (τό) :<br />Phalère, <i>port d’Athènes et dème attique de la tribu Æantide {Antiochide}</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG v. [[φαλός]]. | |btext=ου (τό) :<br />Phalère, <i>port d’Athènes et dème attique de la tribu Æantide {Antiochide}</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG v. [[φαλός]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''Φάληρον:''' [ᾰ], τό, Φάληρο, το δυτικό [[λιμάνι]] της Αθήνας· [[Φαληροῖ]], στο Φάληρο, σε Ξεν.· [[Φαληρόθεν]], από το Φάληρο, σε Πλάτ.· [[Φαληρόνδε]], στο Φάληρο, σε Θουκ.· [[Φαληρεύς]], <i>-έως</i>, <i>ὁ</i>, [[κάτοικος]] του Φαλήρου (Φαληρέας), σε Ηρόδ.· επίθ. [[Φαληρικός]], <i>-ή</i>, <i>-όν</i>, σε Αριστοφ. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:04, 30 December 2018
Greek (Liddell-Scott)
Φάληρον: [ᾱ], τό, ἀρχαιότατος λιμὴν τῶν Ἀθηνῶν, νῦν ὀνομάζεται Παλαιὸν Φάληρον, καὶ δῆμος τῆς Αἰαντίδος φυλῆς, Ἡσύχ. καὶ Ἐπιγραφ., ἴδε Böckh. C. I. 1. 309, ἀλλὰ κατὰ τὸν Ἁρποκρ. «δῆμος τῆς Ἀντιοχίδος»·- Φαληροῖ, ἐν Φαλήρῳ, Ξεν. Ἱππαρχ. 3. 1, Πλουτ. Θεμ. 17. Φαληρόθεν, ἐκ Φαλήρου, Πλάτ. Συμπ. 172Α· Φαληρόνδε, εἰς Φάληρον, Θουκ. 1. 107· ― Φαληρεύς, έως, ὁ, κάτοικος τοῦ Φαλήρου, Ἡρόδ. 3. 63, κλπ.· θηλ. Φαληρίς, ίδος, Στέφ. Βυζ. ― Ἐπίθ. Φαληρικός, ή, όν, Ἀριστοφ. Ἀχ. 901, κ. ἀλλ. ― Περὶ τῆς θέσεως τοῦ Ἀρχαίου Φαλήρου, ἴδε Ἐνρ. Οὐλερίχ. ἐν τῷ περιοδικῷ «Ἐρανιστῇ» τ. 1. τοῦ βϳ ἔτους, σ. 432, κἑξ., ἴδε καὶ πραγματείαν Γ. Ζαννέτου ἐν τῷ περιοδικῷ «Ἀπόλλωνι».
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
Phalère, port d’Athènes et dème attique de la tribu Æantide {Antiochide}.
Étymologie: DELG v. φαλός.
Greek Monotonic
Φάληρον: [ᾰ], τό, Φάληρο, το δυτικό λιμάνι της Αθήνας· Φαληροῖ, στο Φάληρο, σε Ξεν.· Φαληρόθεν, από το Φάληρο, σε Πλάτ.· Φαληρόνδε, στο Φάληρο, σε Θουκ.· Φαληρεύς, -έως, ὁ, κάτοικος του Φαλήρου (Φαληρέας), σε Ηρόδ.· επίθ. Φαληρικός, -ή, -όν, σε Αριστοφ.