Πύθιον: Difference between revisions

From LSJ

Γυναικὸς ἐσθλῆς ἐπιτυχεῖν οὐ ῥᾴδιον → Certe invenire feminam haud facile est bonam → Ein braves Eheweib zu finden ist nicht leicht

Menander, Monostichoi, 94
(35)
(6)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=τὸ, Α<br />[[ναός]] του Πυθίου Απόλλωνος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. του επιθ. [[πύθιος]]].
|mltxt=τὸ, Α<br />[[ναός]] του Πυθίου Απόλλωνος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. του επιθ. [[πύθιος]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''Πύθιον:''' [ῡ], τό ([[Πυθώ]]), ο [[ναός]] του Πυθικού Απόλλωνα στους Δελφούς, σε Θουκ.
}}
}}

Revision as of 20:00, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Πύθιον Medium diacritics: Πύθιον Low diacritics: Πύθιον Capitals: ΠΥΘΙΟΝ
Transliteration A: Pýthion Transliteration B: Pythion Transliteration C: Pythion Beta Code: *pu/qion

English (LSJ)

[ῡ], τό,

   A temple of the Pythian Apollo at Athens, IG12.188.64, Th.2.15, Str.9.2.11, Paus.9.35.7; at Poeessa, IG12(5).1100 (v/iv B.C.).

Greek (Liddell-Scott)

Πύθιον: [ῡ], τό, ὁ ναὸς τοῦ Ἀπόλλωνος ἐν Πυθοῖ ἢ Δελφοῖς, Θουκ. 2. 15, Στράβ. 404· καὶ ἐν ἄλλοις τόποις, Παυσ. 9. 35, 7, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
le sanctuaire d’Apollon à Pythô ou Delphes.
Étymologie: Πυθώ.

Greek Monolingual

τὸ, Α
ναός του Πυθίου Απόλλωνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. του επιθ. πύθιος].

Greek Monotonic

Πύθιον: [ῡ], τό (Πυθώ), ο ναός του Πυθικού Απόλλωνα στους Δελφούς, σε Θουκ.