καταπεπτηυῖα: Difference between revisions

From LSJ

ἔκδοτον σεαυτὴν τῷ σύροντι ποταμῷ τῶν πραγμάτων ἐᾶσαι → abandon yourself to the eddying flow of events

Source
(6_1)
(5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''καταπεπτηυῖα''': (καὶ καταπεπτηὼς) Ἐπικ. θηλ. μετοχ. πρκμ. τοῦ [[καταπτήσσω]].
|lstext='''καταπεπτηυῖα''': (καὶ καταπεπτηὼς) Ἐπικ. θηλ. μετοχ. πρκμ. τοῦ [[καταπτήσσω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''καταπεπτηυῖα:''' Επικ. αντί <i>-πεπτηκυῖα</i>, θηλ. μτχ. παρακ. του κατα-[[πτήσσω]].
}}
}}

Revision as of 21:32, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταπεπτηυῖα Medium diacritics: καταπεπτηυῖα Low diacritics: καταπεπτηυία Capitals: ΚΑΤΑΠΕΠΤΗΥΙΑ
Transliteration A: katapeptēyîa Transliteration B: katapeptēuia Transliteration C: katapeptivia Beta Code: katapepthui=a

English (LSJ)

Ep. fem. pf. part. of καταπτήσσω.

Greek (Liddell-Scott)

καταπεπτηυῖα: (καὶ καταπεπτηὼς) Ἐπικ. θηλ. μετοχ. πρκμ. τοῦ καταπτήσσω.

Greek Monotonic

καταπεπτηυῖα: Επικ. αντί -πεπτηκυῖα, θηλ. μτχ. παρακ. του κατα-πτήσσω.