ἁρματοτροφέω: Difference between revisions
καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled
(big3_6) |
(3) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=[[criar caballos de tiro]] para las carreras, X.<i>Ages</i>.9.6, Phld.<i>Acad.Ind</i>.47, D.L.4.17. | |dgtxt=[[criar caballos de tiro]] para las carreras, X.<i>Ages</i>.9.6, Phld.<i>Acad.Ind</i>.47, D.L.4.17. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἁρματοτροφέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[τρέφω]] άλογα για αρματοδρομίες, σε Ξεν. | |||
}} | }} |
Revision as of 21:40, 30 December 2018
English (LSJ)
A keep chariot-horses, esp. for racing, X.Ages.9.6, D.L.4.17, Phld.Acad.Ind.p.47 M.
German (Pape)
[Seite 355] Wagenpferde halten, bes. zum Wettfahren, Xen. Ages. 9, 6 u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἁρματοτροφέω: διατηρῶ, τρέφω ἵππους πρὸς ἁρματηλασίαν, κυρίως δὲ πρὸς ἀγῶνας ἁρματοδρομίας, Ξεν. Ἀγησ. 9. 6, Διογ. Λ. 4. 17· πρβλ. ἅρμα 2.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
entretenir une écurie de courses.
Étymologie: ἅρμα, τρέφω.
Spanish (DGE)
criar caballos de tiro para las carreras, X.Ages.9.6, Phld.Acad.Ind.47, D.L.4.17.
Greek Monotonic
ἁρματοτροφέω: μέλ. -ήσω, τρέφω άλογα για αρματοδρομίες, σε Ξεν.