Θρινακίη: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ὅλον τόδε ποσαπλάσιον τοῦδε γίγνεται → how many times greater is this whole sum than that one

Source
mNo edit summary
(5)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=*qrinaki/h
|Beta Code=*qrinaki/h
|Definition=ἡ, (θρῖναξ) a legendary island, <span class="bibl">Od.11.107</span>, etc.: afterwards identified with Sicily and written [[τρινακρία|Τρινακρία]] (from <b class="b3">τρεῖς, ἄκραι</b>) (q. v.); cf. [[Τριναχία]]:—also Θρῑνακίς, ίδος, ἡ, <span class="bibl">Str.6.2.1</span>:—Adj. Θρῑνάκιος, α, ον, <span class="title">Sicilian</span>, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> ῥίζα <span class="bibl">Nic.<span class="title">Th.</span>529</span>.</span>
|Definition=ἡ, (θρῖναξ) a legendary island, <span class="bibl">Od.11.107</span>, etc.: afterwards identified with Sicily and written [[τρινακρία|Τρινακρία]] (from <b class="b3">τρεῖς, ἄκραι</b>) (q. v.); cf. [[Τριναχία]]:—also Θρῑνακίς, ίδος, ἡ, <span class="bibl">Str.6.2.1</span>:—Adj. Θρῑνάκιος, α, ον, <span class="title">Sicilian</span>, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> ῥίζα <span class="bibl">Nic.<span class="title">Th.</span>529</span>.</span>
}}
{{lsm
|lsmtext='''Θρῑνᾰκίη:''' ἡ ([[θρῖναξ]]), παλιό όνομα της Σικελίας, το οποίο προήλθε από τα [[τρία]] της ακρωτήρια, σε Ομήρ. Οδ., κ.λπ.· σε μεταγεν. [[εποχή]], ο [[παλαιός]] [[τύπος]] [[Θρινακίη]] μετετράπη σε [[Τρινακρία]], Λατ. [[Trinacria]], όπως αν είχε συντεθεί από το [[τρεῖς]] ἄκραι.
}}
}}

Revision as of 23:32, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Θρῑνᾰκίη Medium diacritics: Θρινακίη Low diacritics: Θρινακίη Capitals: ΘΡΙΝΑΚΙΗ
Transliteration A: Thrinakíē Transliteration B: Thrinakiē Transliteration C: THrinakii Beta Code: *qrinaki/h

English (LSJ)

ἡ, (θρῖναξ) a legendary island, Od.11.107, etc.: afterwards identified with Sicily and written Τρινακρία (from τρεῖς, ἄκραι) (q. v.); cf. Τριναχία:—also Θρῑνακίς, ίδος, ἡ, Str.6.2.1:—Adj. Θρῑνάκιος, α, ον, Sicilian,

   A ῥίζα Nic.Th.529.

Greek Monotonic

Θρῑνᾰκίη: ἡ (θρῖναξ), παλιό όνομα της Σικελίας, το οποίο προήλθε από τα τρία της ακρωτήρια, σε Ομήρ. Οδ., κ.λπ.· σε μεταγεν. εποχή, ο παλαιός τύπος Θρινακίη μετετράπη σε Τρινακρία, Λατ. Trinacria, όπως αν είχε συντεθεί από το τρεῖς ἄκραι.