λυσσητής: Difference between revisions

From LSJ

οἷς πρόθεσίς ἐστιν ἀδικεῖν, παρ' αὐτοῖς οὐδὲ δικαία ἀπολογία ἰσχύει → not even a just excuse means anything to those bent on injustice | the tyrant will always find a pretext for his tyranny | any excuse will serve a tyrant

Source
(23)
(5)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[λυσσητής]], ὁ (ΑM, Α δωρ. τ. λυσσατάς) [[[λυσσώ]] (I)]<br />[[λυσσαλέος]], [[μανιώδης]].
|mltxt=[[λυσσητής]], ὁ (ΑM, Α δωρ. τ. λυσσατάς) [[[λυσσώ]] (I)]<br />[[λυσσαλέος]], [[μανιώδης]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''λυσσητής:''' -οῦ, ὁ, = το προηγ., σε Ανθ.
}}
}}

Revision as of 00:12, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λυσσητής Medium diacritics: λυσσητής Low diacritics: λυσσητής Capitals: ΛΥΣΣΗΤΗΣ
Transliteration A: lyssētḗs Transliteration B: lyssētēs Transliteration C: lyssitis Beta Code: lusshth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ, = foreg., App.Anth.5.47; Dor. λυσσ-ᾱτάς AP7.473 (Aristodic.).

Greek (Liddell-Scott)

λυσσητής: -οῦ, ὁ, = τῷ προηγ., Ἀνθ. Π. παράρτ. 132· Δωρ. -ᾱτάς, 7. 473.

Greek Monolingual

λυσσητής, ὁ (ΑM, Α δωρ. τ. λυσσατάς) [[[λυσσώ]] (I)]
λυσσαλέος, μανιώδης.

Greek Monotonic

λυσσητής: -οῦ, ὁ, = το προηγ., σε Ανθ.