μαλθακία: Difference between revisions

From LSJ

ἐὰν ἃ τοῖς ἄλλοις ἐπιτιμῶμεν, αὐτοὶ μὴ δρῶμεν → avoid doing what you would blame others for doing

Source
(24)
(5)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μαλθακία]], ἡ (Α) [[μαλθακός]]<br />[[μαλθακότητα]], [[τρυφηλότητα]].
|mltxt=[[μαλθακία]], ἡ (Α) [[μαλθακός]]<br />[[μαλθακότητα]], [[τρυφηλότητα]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''μαλθᾰκία:''' ἡ, = [[μαλακία]], σε Πλάτ.
}}
}}

Revision as of 00:12, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μαλθᾰκία Medium diacritics: μαλθακία Low diacritics: μαλθακία Capitals: ΜΑΛΘΑΚΙΑ
Transliteration A: malthakía Transliteration B: malthakia Transliteration C: malthakia Beta Code: malqaki/a

English (LSJ)

ἡ,

   A = μαλακία, Pl.R.590b.

Greek (Liddell-Scott)

μαλθᾰκία: ἡ, = μαλακία, Πλάτ. Πολ. 590Β.

Greek Monolingual

μαλθακία, ἡ (Α) μαλθακός
μαλθακότητα, τρυφηλότητα.

Greek Monotonic

μαλθᾰκία: ἡ, = μαλακία, σε Πλάτ.