μεταληπτέον: Difference between revisions
From LSJ
εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον → if I had not come and spoken to them, they would not be guilty of sin
(6_20) |
(3) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μεταληπτέον''': ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ [[μεταλαμβάνω]], δεῖ μεταλαμβάνειν ἢ μεταλαβεῖν, τινὸς Πλάτ. Παρμ. 163D. ΙΙ. πρέπει τις νὰ λάβῃ [[ἀντί]] τινος, Ἀριστ. Ἀναλ. Πρ. 1. 34, ἐν τέλ. | |lstext='''μεταληπτέον''': ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ [[μεταλαμβάνω]], δεῖ μεταλαμβάνειν ἢ μεταλαβεῖν, τινὸς Πλάτ. Παρμ. 163D. ΙΙ. πρέπει τις νὰ λάβῃ [[ἀντί]] τινος, Ἀριστ. Ἀναλ. Πρ. 1. 34, ἐν τέλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''μεταληπτέον:''' adj. verb. к [[μεταλαμβάνω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:20, 31 December 2018
English (LSJ)
A one must have a share of, τῷ ἑνὶ μ. οὐσίας Pl.Prm. 163d: abs., Iamb.Protr.21.ιθ. II one must take instead, τι ἀντί τινος Arist.APr.48a27. III pl. μεταληπτέα, one must resume, τοῦ προτέρου λόγου Agath.3.1.
Greek (Liddell-Scott)
μεταληπτέον: ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ μεταλαμβάνω, δεῖ μεταλαμβάνειν ἢ μεταλαβεῖν, τινὸς Πλάτ. Παρμ. 163D. ΙΙ. πρέπει τις νὰ λάβῃ ἀντί τινος, Ἀριστ. Ἀναλ. Πρ. 1. 34, ἐν τέλ.
Russian (Dvoretsky)
μεταληπτέον: adj. verb. к μεταλαμβάνω.