προὖπτος: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ὑποθέμενος κατὰ τῆς κεφαλῆς φέρειν τὰς πληγάς, ὡς ἐν ἐκείνῃ τοῦ τε κακοῦ τοῦ πρὸς ἀνθρώπους → and having instructed them to bring their blows against the head, seeing that the harm to humans ... (Josephus, Antiquities of the Jews 1.50)

Source
(6)
(nl)
Line 10: Line 10:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προὖπτος:''' -ον, συνηρ. αντί [[πρόοπτος]].
|lsmtext='''προὖπτος:''' -ον, συνηρ. αντί [[πρόοπτος]].
}}
{{elnl
|elnltext=προὖπτος zie πρόοπτος.
}}
}}

Revision as of 12:28, 31 December 2018

German (Pape)

[Seite 795] zsgzgn statt πρόοπτος, z. B. Thuc. 5, 99. 111.

Greek (Liddell-Scott)

προὖπτος: -ον, κατὰ κρᾶσιν ἀντὶ τοῦ πρόοπτος.

French (Bailly abrégé)

contr. att. de πρόοπτος.

Greek Monotonic

προὖπτος: -ον, συνηρ. αντί πρόοπτος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προὖπτος zie πρόοπτος.