Οἴτη: Difference between revisions

From LSJ

τὰ ἐς τὴν κοιλίην ἀποκρινόμενα → gastric secretions

Source
(5)
(3b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Οἴτη:''' ἡ, το όρος [[Οἴτη]] στη [[Θεσσαλία]], σε Στράβ.· επίθ., [[Οἰταῖος]], <i>-α</i>, <i>-ον</i>, αυτός που ανήκει στην ή προέρχεται από την [[Οἴτη]], σε Σοφ. κ.λπ.· <i>οἱ Οἰταῖοι</i>, οι κάτοικοι της περιοχής της Οίτης, σε Θουκ.
|lsmtext='''Οἴτη:''' ἡ, το όρος [[Οἴτη]] στη [[Θεσσαλία]], σε Στράβ.· επίθ., [[Οἰταῖος]], <i>-α</i>, <i>-ον</i>, αυτός που ανήκει στην ή προέρχεται από την [[Οἴτη]], σε Σοφ. κ.λπ.· <i>οἱ Οἰταῖοι</i>, οι κάτοικοι της περιοχής της Οίτης, σε Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''Οἴτη:''' дор. [[Οἴτα|Οἴτᾱ]] ἡ Эта (горный кряж в южн. Фессалии) Soph. etc.
}}
}}

Revision as of 12:40, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Οἴτη Medium diacritics: Οἴτη Low diacritics: Οίτη Capitals: ΟΙΤΗ
Transliteration A: Oítē Transliteration B: Oitē Transliteration C: Oiti Beta Code: *oi)/th

English (LSJ)

ἡ, Mount Oeta in Thessaly, Str.9.4.12 :—Adj. Οἰταῖος, α, ον,

   A of Oeta, S.Tr.436, etc.; οἱ Οἰταῖοι Th.3.92, etc.:—also Οἰταϊκός, ή, όν, D.L.1.106 ; Οἰταϊκά, τά, title of work by Nicander, Nic.Frr.15-18.

Greek (Liddell-Scott)

Οἴτη: ἡ, τὸ ἐν Θεσσαλίᾳ ὄρος, Στράβ. 428· ― ἐπίθ. Οἰταῖος, α, ον, ὁ εἰς τὴν Οἴτην ἀνήκων, Σοφ. Τρ. 436, κτλ.· οἱ Οἰταῖοι Θουκ. 3. 92, κτλ.· ― ὡσαύτως Οἰταϊκός, ή, όν, Διογ. Λ. 1. 106.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
l’Œta, mont. de Thessalie.
Étymologie:.

Greek Monotonic

Οἴτη: ἡ, το όρος Οἴτη στη Θεσσαλία, σε Στράβ.· επίθ., Οἰταῖος, , -ον, αυτός που ανήκει στην ή προέρχεται από την Οἴτη, σε Σοφ. κ.λπ.· οἱ Οἰταῖοι, οι κάτοικοι της περιοχής της Οίτης, σε Θουκ.

Russian (Dvoretsky)

Οἴτη: дор. Οἴτᾱ ἡ Эта (горный кряж в южн. Фессалии) Soph. etc.