διείληφα: Difference between revisions

From LSJ

λαγὼς τὸν περὶ τῶν κρεῶν τρέχει → save one's bacon, save one's neck, save one's skin

Source
(Bailly1_2)
 
(1b)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>pf. de</i> [[διαλαμβάνω]].
|btext=<i>pf. de</i> [[διαλαμβάνω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''διείληφα:''' παρακ. του δια-[[λαμβάνω]].
}}
{{elru
|elrutext='''διείληφα:''' pf. к [[διαλαμβάνω]].
}}
}}

Latest revision as of 14:40, 31 December 2018

French (Bailly abrégé)

pf. de διαλαμβάνω.

Greek Monotonic

διείληφα: παρακ. του δια-λαμβάνω.

Russian (Dvoretsky)

διείληφα: pf. к διαλαμβάνω.