ἀνακωδωνίζω: Difference between revisions
From LSJ
(3) |
(1) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀνακωδωνίζω]] (Α)<br />[[χτυπώ]] [[κάτι]] για να δοκιμάσω τον ήχο του, [[κουδουνίζω]]. | |mltxt=[[ἀνακωδωνίζω]] (Α)<br />[[χτυπώ]] [[κάτι]] για να δοκιμάσω τον ήχο του, [[κουδουνίζω]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀνακωδωνίζω:''' заставлять звучать Arph. | |||
}} | }} |
Revision as of 16:12, 31 December 2018
English (LSJ)
A try by the sound, ring, Ar.Fr.303.
German (Pape)
[Seite 194] anklingen lassen, τὸν ῥύμβον Ar. frg. 288 bei Poll.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνακωδωνίζω: κτυπῶ τι καὶ τὸ δοκιμάζω διὰ τοῦ ἤχου, κωδωνίζω, ἠχῶ, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 288.
Spanish (DGE)
campanear, hacer sonar λαβὼν τὸν ῥόμβον ἀνακωδώνισον Ar.Fr.303 (cj.).
Greek Monolingual
ἀνακωδωνίζω (Α)
χτυπώ κάτι για να δοκιμάσω τον ήχο του, κουδουνίζω.
Russian (Dvoretsky)
ἀνακωδωνίζω: заставлять звучать Arph.