διέρρωγα: Difference between revisions

From LSJ

λύχνον μεθ' ἡμέραν ἅψας περιῄει λέγων ἄνθρωπον ζητῶ → he lit a lamp in broad daylight and said, as he went about, I am looking for a man

Source
(4)
(1b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''διέρρωγα:''' αμτβ. παρακ. του [[διαρρήγνυμι]].
|lsmtext='''διέρρωγα:''' αμτβ. παρακ. του [[διαρρήγνυμι]].
}}
{{elru
|elrutext='''διέρρωγα:''' pf. к [[διαρρήγνυμι]].
}}
}}

Revision as of 18:44, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διέρρωγα Medium diacritics: διέρρωγα Low diacritics: διέρρωγα Capitals: ΔΙΕΡΡΩΓΑ
Transliteration A: diérrōga Transliteration B: dierrōga Transliteration C: dierroga Beta Code: die/rrwga

English (LSJ)

   A v. διαρρήγνυμι.

Greek (Liddell-Scott)

διέρρωγα: ἴδε ἐν λ. διαρρήγνυμι.

French (Bailly abrégé)

v. διαρρήγνυμι.

Greek Monotonic

διέρρωγα: αμτβ. παρακ. του διαρρήγνυμι.

Russian (Dvoretsky)

διέρρωγα: pf. к διαρρήγνυμι.