κατιδεῖν: Difference between revisions

From LSJ

προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions

Source
(5)
(2b)
Line 7: Line 7:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κατιδεῖν:''' απαρ. αορ. βʹ του [[κατεῖδον]]· Μέσ., απαρ. αορ. βʹ <i>κατιδέσθαι</i>.
|lsmtext='''κατιδεῖν:''' απαρ. αορ. βʹ του [[κατεῖδον]]· Μέσ., απαρ. αορ. βʹ <i>κατιδέσθαι</i>.
}}
{{elru
|elrutext='''κατῐδεῖν:''' inf. к [[κατεῖδον]].
}}
}}

Revision as of 22:44, 31 December 2018

German (Pape)

[Seite 1401] aor. II. zu καθοράω.

Greek (Liddell-Scott)

κατιδεῖν: ἀόρ. β΄ τοῦ καθοράω.

Greek Monotonic

κατιδεῖν: απαρ. αορ. βʹ του κατεῖδον· Μέσ., απαρ. αορ. βʹ κατιδέσθαι.

Russian (Dvoretsky)

κατῐδεῖν: inf. к κατεῖδον.