λεπαστή: Difference between revisions

From LSJ

ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς → ye shall know them by their fruits, by their fruits ye shall know them, by their fruits you shall know them, you will know them by their fruit

Source
(5)
(3)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''λεπαστή:''' ἡ, είδος ποτηριού που έχει [[σχήμα]] πεταλίδας, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''λεπαστή:''' ἡ, είδος ποτηριού που έχει [[σχήμα]] πεταλίδας, σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''λεπαστή:''' ἡ чаша в виде раковины Arph.
}}
}}

Revision as of 23:28, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λεπαστή Medium diacritics: λεπαστή Low diacritics: λεπαστή Capitals: ΛΕΠΑΣΤΗ
Transliteration A: lepastḗ Transliteration B: lepastē Transliteration C: lepasti Beta Code: lepasth/

English (LSJ)

(so Hdn.Gr.1.345) or λεπάστη, ἡ, (λεπάς)

   A limpet-shaped drinking-cup, Ar.Pax916, Pherecr.95, Cratin.423 (pl.):—also λεπαστίς, ίδος, ἡ, AJA31.349 (vase), Hsch.

German (Pape)

[Seite 29] ἡ, ein napfschneckenförmiges (λεπάς) Trinkgefäß, od. nach Ath. XI, 485 von λάψαι be-, nannt, Ar. Pax 916; andere Beispiele bringt Ath. a. a. O. bei; auch λεπάστη accentuirt.

French (Bailly abrégé)

ῆς (ἡ) :
vase en forme de coquillage.
Étymologie: λέπας.

Greek Monolingual

λεπαστή ή λεπάστη και λεπαστίς, -ίδος, ἡ (Α) λεπάς
είδος ποτηριού που είχε σχήμα πεταλίδας.

Greek Monotonic

λεπαστή: ἡ, είδος ποτηριού που έχει σχήμα πεταλίδας, σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

λεπαστή: ἡ чаша в виде раковины Arph.