μεταλλεῖον: Difference between revisions

From LSJ

πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασιν τί ποιοῦσιν → father, forgive them, for they know not what they do

Source
(6_21)
(3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μεταλλεῖον''': τό, = [[μέταλλον]], Πλάτ. Νόμ. 678D.
|lstext='''μεταλλεῖον''': τό, = [[μέταλλον]], Πλάτ. Νόμ. 678D.
}}
{{elru
|elrutext='''μεταλλεῖον:''' τό металл ([[σίδηρος]] καὶ χαλκὸς καὶ πάντα τὰ μεταλλεῖα Plat.).
}}
}}

Revision as of 23:56, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεταλλεῖον Medium diacritics: μεταλλεῖον Low diacritics: μεταλλείον Capitals: ΜΕΤΑΛΛΕΙΟΝ
Transliteration A: metalleîon Transliteration B: metalleion Transliteration C: metalleion Beta Code: metallei=on

English (LSJ)

τό, in pl.,

   A minerals, σίδηρος καὶ χαλκὸς καὶ πάντα τὰ μ. Pl.Lg.678d.

German (Pape)

[Seite 149] τό, das Metall, Plat. Legg. III, 678 d, σίδηρος καὶ χαλκὸς καὶ πάντα τὰ μεταλλεῖα.

Greek (Liddell-Scott)

μεταλλεῖον: τό, = μέταλλον, Πλάτ. Νόμ. 678D.

Russian (Dvoretsky)

μεταλλεῖον: τό металл (σίδηρος καὶ χαλκὸς καὶ πάντα τὰ μεταλλεῖα Plat.).