κλάξ: Difference between revisions
From LSJ
Θηρῶν ἁπάντων ἀγριωτέρα γυνή → Inter feras fera nulla ferior muliere → Als alle wilden Tiere wilder ist die Frau
(5) |
(nl) |
||
Line 7: | Line 7: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''κλάξ:''' -ᾱκος, ἡ, Δωρ. αντί [[κλείς]]. | |lsmtext='''κλάξ:''' -ᾱκος, ἡ, Δωρ. αντί [[κλείς]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=κλάξ κλακός, ἡ Dor. sleutel. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:12, 1 January 2019
German (Pape)
[Seite 1446] ακός, ἡ, dor. = κλείς, Schlüssel, Theocr. 15, 33, vgl. 6, 32.
Greek Monolingual
κλᾴξ, -ακός και κλάιξ, -άικος, ἡ (Α)
(δωρ. τ.) κλειδί.
[ΕΤΥΜΟΛ. Δωρ. τ. τοῦ κλείς, που εμφανίζει υπερωικό τερματικό στοιχείο -κ-].
Greek Monotonic
κλάξ: -ᾱκος, ἡ, Δωρ. αντί κλείς.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κλάξ κλακός, ἡ Dor. sleutel.