περικάθαρσις: Difference between revisions
From LSJ
Νέµουσι δ' οἴκους καὶ τὰ ναυστολούµενα ἔσω δόµων σῴζουσιν, οὐδ' ἐρηµίᾳ γυναικὸς οἶκος εὐπινὴς οὐδ' ὄλβιος → They manage households, and save what is brought by sea within the home, and no house deprived of a woman can be tidy and prosperous
(32) |
(nl) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἡ, -άρσεως, Α [[περικαθαίρω]]<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[περικαθαίρω]], [[πλήρης]] [[κάθαρση]]. | |mltxt=ἡ, -άρσεως, Α [[περικαθαίρω]]<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[περικαθαίρω]], [[πλήρης]] [[κάθαρση]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=περικάθαρσις -εως, ἡ [περικαθαίρω] reiniging. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:52, 1 January 2019
English (LSJ)
εως, ἡ,
A clearing round, τῶν ῥιζῶν Thphr.CP5.9.11 (pl.).
Greek (Liddell-Scott)
περικάθαρσις: ἡ, τὸ καθαίρειν κύκλῳ, περικαθάρισμα, τῶν ῥιζῶν Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 5. 9. 11.
Greek Monolingual
ἡ, -άρσεως, Α περικαθαίρω
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του περικαθαίρω, πλήρης κάθαρση.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
περικάθαρσις -εως, ἡ [περικαθαίρω] reiniging.