προσκάτημαι: Difference between revisions

From LSJ

μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.

Source
(4)
(nl)
Line 7: Line 7:
{{elru
{{elru
|elrutext='''προσκάτημαι:''' ион. = [[προσκάθημαι]].
|elrutext='''προσκάτημαι:''' ион. = [[προσκάθημαι]].
}}
{{elnl
|elnltext=προσ-κάτημαι Ion. voor προσκάθημαι.
}}
}}

Revision as of 08:32, 1 January 2019

German (Pape)

[Seite 768] ion. = προσκάθημαι, Her.

French (Bailly abrégé)

ion. c. προσκάθημαι.

Russian (Dvoretsky)

προσκάτημαι: ион. = προσκάθημαι.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προσ-κάτημαι Ion. voor προσκάθημαι.