συβότης: Difference between revisions

From LSJ

Δίωκε δόξην καὶ ἀρετήν, φεῦγε δὲ ψόγον → Virtutem sequere et laudem, fuge famam malam → Verfolge Ruhm und Tüchtigkeit, doch Tadel flieh

Menander, Monostichoi, 137
(nl)
m (Text replacement - "(\{\{grml\n.*?\n\}\}\n)\1" to "\1")
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σῠβότης''': -ου, ὁ, = [[συβώτης]], Ἀριστ. Ποιητ. 16, 4· «συβότας· χοιροβοσκοὺς» Ἡσύχ.: πρβλ. Ἰακώψ. εἰς Αἰλ. 8. 19.
|lstext='''σῠβότης''': -ου, ὁ, = [[συβώτης]], Ἀριστ. Ποιητ. 16, 4· «συβότας· χοιροβοσκοὺς» Ἡσύχ.: πρβλ. Ἰακώψ. εἰς Αἰλ. 8. 19.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br />(δ. γρφ.) <b>βλ.</b> [[συβώτης]].
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 13:08, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σῠβότης Medium diacritics: συβότης Low diacritics: συβότης Capitals: ΣΥΒΟΤΗΣ
Transliteration A: sybótēs Transliteration B: sybotēs Transliteration C: syvotis Beta Code: subo/ths

English (LSJ)

ου, ὁ,= συβώτης, Arist.Po.1454b28, Hsch., Gloss.

German (Pape)

[Seite 961] ὁ, = συβώτης, B. A. 361.

Greek (Liddell-Scott)

σῠβότης: -ου, ὁ, = συβώτης, Ἀριστ. Ποιητ. 16, 4· «συβότας· χοιροβοσκοὺς» Ἡσύχ.: πρβλ. Ἰακώψ. εἰς Αἰλ. 8. 19.

Greek Monolingual

ὁ, Α
(δ. γρφ.) βλ. συβώτης.

Greek Monotonic

σῠβότης: -ου, ὁ=συβώτης, σε Αριστ.

Russian (Dvoretsky)

σῠβότης: ου ὁ Arst. v. l. = συβώτης.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συβότης -ου, ὁ zie συβώτης.