Κυματολήγη: Difference between revisions

From LSJ

ἐπ' ἀλλήλοισιν ἀμφικείμενοι → locked in each other's arms, clinging to one another

Source
(5)
(1ba)
Line 7: Line 7:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Κῡμᾰτολήγη:''' ἡ ([[λήγω]]), αυτή που καταπραΰνει τα κύματα, λέγεται για τις Νηρηίδες, σε Ησίοδ.
|lsmtext='''Κῡμᾰτολήγη:''' ἡ ([[λήγω]]), αυτή που καταπραΰνει τα κύματα, λέγεται για τις Νηρηίδες, σε Ησίοδ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=Κῡμᾰτο-λήγη, ἡ, [[λήγω]]<br />[[wave]]-stiller, a [[Nereid]], Hes.
}}
}}

Revision as of 03:10, 10 January 2019

Greek (Liddell-Scott)

Κῡμᾰτολήγη: ἡ, ἡ τὰ κύματα καταπαύουσα, καταπραΰνουσα, ὄνομα Νηρηΐδος, Ἡσ. Θ. 253.

Greek Monolingual

Κυματολήγη, ἡ (Α)
(όν. Νηρηίδας) αυτή που καταπραΰνει, που καταπαύει τα κύματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κῦμα, -α-τ-ος + -λήγη (< λήγω)].

Greek Monotonic

Κῡμᾰτολήγη: ἡ (λήγω), αυτή που καταπραΰνει τα κύματα, λέγεται για τις Νηρηίδες, σε Ησίοδ.

Middle Liddell

Κῡμᾰτο-λήγη, ἡ, λήγω
wave-stiller, a Nereid, Hes.