Νειλόρυτος: Difference between revisions

From LSJ

δέξηται, δέχονται, ύπεδέξατο, προσδέχεται → should receive, receive, received, receives

Source
(3b)
(1ba)
Line 18: Line 18:
{{elru
{{elru
|elrutext='''Νειλόρῠτος:''' орошаемый Нилом ([[προβολή]] Anth.).
|elrutext='''Νειλόρῠτος:''' орошаемый Нилом ([[προβολή]] Anth.).
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=Νειλό-ρῠτος, ον [ῥέω]<br />[[watered]] by the [[Nile]], Anth.
}}
}}

Revision as of 04:15, 10 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Νειλόρῠτος Medium diacritics: Νειλόρυτος Low diacritics: Νειλόρυτος Capitals: ΝΕΙΛΟΡΥΤΟΣ
Transliteration A: Neilórytos Transliteration B: Neilorytos Transliteration C: Neilorytos Beta Code: *neilo/rutos

English (LSJ)

ον, (ῥέω)

   A watered by the Nile, προβολή AP9.350 (Leon. Alex.).

Greek (Liddell-Scott)

Νειλόρῠτος: -ον, (ῥέω) ὁ ὑπὸ τοῦ Νείλου διαρρεόμενος, ἀρδευόμενος, Ἀνθ. Π. 9. 350.

Greek Monotonic

Νειλόρῠτος: -ον (ῥέω), αυτός που αρδεύεται από τον Νείλο, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

Νειλόρῠτος: орошаемый Нилом (προβολή Anth.).

Middle Liddell

Νειλό-ρῠτος, ον [ῥέω]
watered by the Nile, Anth.