Παφλαγών: Difference between revisions
Ἰσχυρότερον δέ γ' οὐδέν ἐστι τοῦ λόγου → Oratione nulla vis superior → Nichts ist gewiss gewaltiger als die Vernunft | Nichts ist gewiss gewalt'ger als der Rede Kraft
(3b) |
(1ba) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''Παφλᾰγών:''' όνος ὁ (эп. dat. pl. Παφλαγόνεσσιν) пафлагонец Hom., Xen., Arph. | |elrutext='''Παφλᾰγών:''' όνος ὁ (эп. dat. pl. Παφλαγόνεσσιν) пафлагонец Hom., Xen., Arph. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=Παφλᾰγών, όνος, ὁ,<br />a Paphlagonian, Il.:—adj. [[Παφλαγονικός]], ή, όν, Xen. | |||
}} | }} |
Revision as of 05:25, 10 January 2019
English (LSJ)
όνος, ὁ, Paphlagonian, Il.2.851, al.(pl.) ; of Cleon (with play on παφλάζω), Ar.Eq.2,6, Nu.581, al. :—Adj. Παφλᾰγ-ονικός, ή, όν, X.An.5.4.13 : ἡ -κή
A the country, ib.6.1.15.
Greek (Liddell-Scott)
Παφλᾰγών: -όνος, ὁ, ὁ ἐκ Παφλαγονίας, Ἰλ. ἀείποτε ἐν τῷ πληθ.· ἐν Ἀριστοφ. Ἱππ. 2, 6, Νεφ. 581, κτλ., ὁ Κλέων παρίσταται ὡς Παφλαγών, μετὰ λογοπαιγνίου ἐπὶ τοῦ ῥήμ. παφλάζω (ἴδε τὴν. λ.)· ― ἐπίθ. Παφλαγονικός, ή, όν, Ξεν. Ἀν. 5. 4, 13· ἡ -κή, ἡ χώρα, αὐτόθι 5. 15. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 345.
French (Bailly abrégé)
όνος (ὁ) :
Paphlagonien.
Étymologie:.
English (Autenrieth)
pl. Παφλαγόνες: Paphlagonian, inhabitant of the district south of the Euxine, and bounded by the rivers Halys and Parthenius, and by Phrygia, Il. 2.851, Il. 5.577, Il. 13.656, 661.
Greek Monolingual
-όνος, ὁ, Α
βλ. Παφλαγόνας.
Greek Monotonic
Παφλᾰγών: -όνος, ὁ, αυτός που προέρχεται από την Παφλαγονία, σε Ομήρ. Ιλ.· επίθ. Παφλαγονικός, -ή, -όν, σε Ξεν.
Russian (Dvoretsky)
Παφλᾰγών: όνος ὁ (эп. dat. pl. Παφλαγόνεσσιν) пафлагонец Hom., Xen., Arph.
Middle Liddell
Παφλᾰγών, όνος, ὁ,
a Paphlagonian, Il.:—adj. Παφλαγονικός, ή, όν, Xen.