стойкость: Difference between revisions
From LSJ
(7) |
(No difference)
|
Revision as of 08:25, 14 October 2019
Russian > Greek
τλημοσύνη, ὑπόστασις, ὑπομονή, προσκαρτέρησις, στάσιμον, καρτερία, εὐστάθεια, καρτέρησις, παράστασις, λιπαρίη, ἐπιμονή