предпочитать: Difference between revisions
From LSJ
(5) |
(DvTab) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[ἀνθαιρέομαι]], [[προαιρέω]], [[προτίω]], [[αἱρετίζω]], [[κρίνω]], [[προΐστημι]], [[προτιμάω]] | |rueltext=[[προκρίνω]], [[προσκέπτομαι]], [[βούλομαι]], [[δέχομαι]], [[ἀνθαιρέομαι]], [[προαιρέω]], [[προτίω]], [[αἱρετίζω]], [[κρίνω]], [[προΐστημι]], [[προτιμάω]], [[ἀμφιέπω]], [[προλαμβάνω]], [[προτίθημι]], [[ἀγαπάω]] | ||
}} | }} |
Revision as of 07:30, 15 October 2019
Russian > Greek
προκρίνω, προσκέπτομαι, βούλομαι, δέχομαι, ἀνθαιρέομαι, προαιρέω, προτίω, αἱρετίζω, κρίνω, προΐστημι, προτιμάω, ἀμφιέπω, προλαμβάνω, προτίθημι, ἀγαπάω