неумеренно: Difference between revisions
From LSJ
(ru-m-18-oct) |
m (Text replacement - "]] ;;" to "]],") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[ἀμέτρως]] | |rueltext=[[ἀμέτρως]], [[ἐκπεπταμένως]], [[ὑπερκόπως]], [[ἀκρατῶς]], [[ἀκολάστως]], [[ἀταμιεύτως]], [[ὑπεράκρως]], [[ὑπερβεβλημένως]], [[ὑπερόγκως]], [[προπετῶς]], [[κατακόρως]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 18:05, 18 October 2019
Russian > Greek
ἀμέτρως, ἐκπεπταμένως, ὑπερκόπως, ἀκρατῶς, ἀκολάστως, ἀταμιεύτως, ὑπεράκρως, ὑπερβεβλημένως, ὑπερόγκως, προπετῶς, κατακόρως