противодействовать: Difference between revisions
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → For extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable.
(ru-m-18-oct) |
m (Text replacement - "]] ;;" to "]],") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[ἀποσυνεργέω]] | |rueltext=[[ἀποσυνεργέω]], [[ἀντιπαίω]], [[ἀντιστηρίζω]], [[ἐναντιόομαι]], [[ἐναπερείδομαι]], [[ἀντιπράσσω]], [[ἀντιπράττω]], [[ἀντιπρήσσω]], [[διακωλύω]], [[ἀντικόπτω]], [[ἐνίστημι]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 18:15, 18 October 2019
Russian > Greek
ἀποσυνεργέω, ἀντιπαίω, ἀντιστηρίζω, ἐναντιόομαι, ἐναπερείδομαι, ἀντιπράσσω, ἀντιπράττω, ἀντιπρήσσω, διακωλύω, ἀντικόπτω, ἐνίστημι