ὑπεράριθμος: Difference between revisions

From LSJ

Σοφοῖς ὁμιλῶν καὐτὸς ἐκβήσῃ σοφός → Dat sapere consors vita cum sapientibus → Der Umgang macht mit Weisen weise dich auch selbst

Menander, Monostichoi, 475
(43)
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=yperarithmos
|Transliteration C=yperarithmos
|Beta Code=u(pera/riqmos
|Beta Code=u(pera/riqmos
|Definition=[ᾰ], ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">supernumerary</b>, <span class="bibl">Procop.<span class="title">Arc.</span>24</span>.</span>
|Definition=[ᾰ], ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[supernumerary]], <span class="bibl">Procop.<span class="title">Arc.</span>24</span>.</span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 16:53, 29 June 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπεράριθμος Medium diacritics: ὑπεράριθμος Low diacritics: υπεράριθμος Capitals: ΥΠΕΡΑΡΙΘΜΟΣ
Transliteration A: hyperárithmos Transliteration B: hyperarithmos Transliteration C: yperarithmos Beta Code: u(pera/riqmos

English (LSJ)

[ᾰ], ον,

   A supernumerary, Procop.Arc.24.

German (Pape)

[Seite 1191] überzählig, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπεράριθμος: -ον, ὁ ὑπὲρ τὸν συνήθη ἢ ἀπαιτούμενον ἀριθμόν, ὑπεράριθμοι σχολαρίων Προκοπ. Ἀνέκδ. 24, ἴδε Σουΐδ. ἐν λέξ. ΙΙ. ὁ ὑπὲρ πάντα ἀριθμόν. Ἀναστ. Σιν. 56Β, κλπ.

Greek Monolingual

-η, -ο / ὑπεράριθμος, -ον, ΝΜ
(για πρόσ. ή πράγμ.) αυτός που είναι πέρα από τον συνήθη ή τον απαραίτητο αριθμό, αυτός που πλεονάζει, παραπανήσιος (α. «υπεράριθμοι υπάλληλοι» β. «ὑπεράριθμοι σχολαρίων» Πρόκλ.)
μσν.
(για την Αγία Τριάδα) αυτός που βρίσκεται πέρα από τους αριθμούς, για τον οποίο δεν ισχύει αρίθμηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + ἀριθμός (πρβλ. ἐν-άριθμος, συν-άριθμος)].