ἑξαπτέρυγος: Difference between revisions

From LSJ

Λιμῷ γὰρ οὐδέν ἐστιν ἀντειπεῖν ἔπος → Famem adeo responsare nil contra datur → Erfolgreich widerspricht dem Hunger nicht ein Wort

Menander, Monostichoi, 321
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)-([\w]+)<\/b>" to "$1-$2")
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=eksapterygos
|Transliteration C=eksapterygos
|Beta Code=e(capte/rugos
|Beta Code=e(capte/rugos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[six-winged]], Gloss.</span>
|Definition=ον, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[six-winged]], Gloss.</span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 22:30, 12 December 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑξαπτέρῠγος Medium diacritics: ἑξαπτέρυγος Low diacritics: εξαπτέρυγος Capitals: ΕΞΑΠΤΕΡΥΓΟΣ
Transliteration A: hexaptérygos Transliteration B: hexapterygos Transliteration C: eksapterygos Beta Code: e(capte/rugos

English (LSJ)

ον,    A six-winged, Gloss.

German (Pape)

[Seite 871] mit sechs Flügeln, Clem. Al.

Greek (Liddell-Scott)

ἑξαπτέρῠγος: -ον, ἔχων ἓξ πτέρυγας, τὰ χρυσᾶ ἐκεῖνα ἀγάλματα, ἑξαπτέρυγον ἑκάτερον αὐτῶν Κλήμ. Ἀλ. 667, Γρηγ. Ναζ. ΙΙ. 52Α, ἐπὶ τῶν Σεραφίμ.

Spanish (DGE)

-ον
1 dotado de seis alas de ángeles, esp. de querubines y serafines, Clem.Al.Strom.5.6.35, Origenes Princ.1.3.4, Const.App.7.35.3, tb. llamados ἑξαπτέρυγα ζῷα PRain.Christ.2.38.3 (VII d.C.)
neutr. plu. subst. τὰ ἑξαπτέρυγα Rom.Mel.29.ζʹ.8, Sibyll.Tib.44.
2 provisto de seis brazos λαμπάδες Leont.Const.Hom.3.94.

Greek Monolingual

-η, -ο (AM ἑξαπτέρυγος, -ον)
1. αυτός που έχει έξι πτέρυγες
2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα εξαπτέρυγα και (ε)ξαφτέρουγα και ξεφτέρια
α) απεικονίσεις τών Σεραφείμ με τις έξι φτερούγες πάνω σε μεταλλικούς δίσκους που φέρονται στις θρησκευτικές τελετές πάνω σε κοντάρια, τα ιερά λάβαρα
β) οι εξαπτέρυγοι άγγελοι Σεραφείμ.