αγλαόθρονος: Difference between revisions
From LSJ
Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart
(1) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀγλαόθρονος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει λαμπερό θρόνο.<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=[[ἀγλαόθρονος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει λαμπερό θρόνο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἀγλαός]] <span style="color: red;">+</span> [[θρόνος]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 22:15, 29 December 2020
Greek Monolingual
ἀγλαόθρονος, -ον (Α)
αυτός που έχει λαμπερό θρόνο.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀγλαός + θρόνος.