αιτιότητα: Difference between revisions

From LSJ

παρελθέτω ἀπ' ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτοspare me this | let this cup pass from me

Source
(2)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η<br /><b>1.</b> [[σχέση]] αιτίας και αποτελέσματος<br /><b>2.</b> [[υπαιτιότητα]], [[ενοχή]]<br /><b>3.</b> «[[αρχή]] της αιτιότητας» — το φιλοσοφικό [[αξίωμα]] ότι [[κάθε]] [[γεγονός]] έχει την [[αιτία]] του και οι ίδιες αιτίες -υπό τις αυτές συνθήκες- παράγουν τα [[ίδια]] αποτελέσματα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αίτιον</i> ή [[αιτία]]].
|mltxt=η<br /><b>1.</b> [[σχέση]] αιτίας και αποτελέσματος<br /><b>2.</b> [[υπαιτιότητα]], [[ενοχή]]<br /><b>3.</b> «[[αρχή]] της αιτιότητας» — το φιλοσοφικό [[αξίωμα]] ότι [[κάθε]] [[γεγονός]] έχει την [[αιτία]] του και οι ίδιες αιτίες -υπό τις αυτές συνθήκες- παράγουν τα [[ίδια]] αποτελέσματα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αίτιον</i> ή [[αιτία]]].
}}
}}

Latest revision as of 22:45, 29 December 2020

Greek Monolingual

η
1. σχέση αιτίας και αποτελέσματος
2. υπαιτιότητα, ενοχή
3. «αρχή της αιτιότητας» — το φιλοσοφικό αξίωμα ότι κάθε γεγονός έχει την αιτία του και οι ίδιες αιτίες -υπό τις αυτές συνθήκες- παράγουν τα ίδια αποτελέσματα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αίτιον ή αιτία].