αιμοφιλία: Difference between revisions

From LSJ

Νικᾷ γὰρ αἰεὶ διαβολὴ τὰ κρείττονα → Calumniae mos vincere id, quod rectius → Verleumdung siegt stets über das, was besser ist

Menander, Monostichoi, 376
(1)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η <b>Ιατρ.</b><br />κληρονομική [[τάση]] για υπερβολική [[αιμορραγία]], που προκαλείται από εγγενή [[έλλειψη]] μιας ουσίας απαραίτητης για την [[πήξη]] του αίματος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>hemophilia</i>, νεολατιν. επιστημον. όρος, ελληνογενής <span style="color: red;"><</span> [[αίμα]] <span style="color: red;">+</span> [[φιλία]] <span style="color: red;"><</span> [[φίλος]]].
|mltxt=η <b>Ιατρ.</b><br />κληρονομική [[τάση]] για υπερβολική [[αιμορραγία]], που προκαλείται από εγγενή [[έλλειψη]] μιας ουσίας απαραίτητης για την [[πήξη]] του αίματος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>hemophilia</i>, νεολατιν. επιστημον. όρος, ελληνογενής <span style="color: red;"><</span> [[αίμα]] <span style="color: red;">+</span> [[φιλία]] <span style="color: red;"><</span> [[φίλος]]].
}}
}}

Latest revision as of 22:45, 29 December 2020

Greek Monolingual

η Ιατρ.
κληρονομική τάση για υπερβολική αιμορραγία, που προκαλείται από εγγενή έλλειψη μιας ουσίας απαραίτητης για την πήξη του αίματος.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < hemophilia, νεολατιν. επιστημον. όρος, ελληνογενής < αίμα + φιλία < φίλος].