αλαργοτάξιδος: Difference between revisions

From LSJ

οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι· χεῖρες δὲ καὶ ἦτορ ἴσο → this is my speed: my hands and heart are its equal, such am I for speed; my hands and heart are just as good

Source
(2)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που ταξιδεύει ή ταξίδεψε σε μακρινούς τόπους («θα πάω μ’ αλαργοτάξιδο [[καράβι]] εγώ στα [[ξένα]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αλάργος]] <span style="color: red;">+</span> [[ταξίδι]]].
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που ταξιδεύει ή ταξίδεψε σε μακρινούς τόπους («θα πάω μ’ αλαργοτάξιδο [[καράβι]] εγώ στα [[ξένα]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αλάργος]] <span style="color: red;">+</span> [[ταξίδι]]].
}}
}}

Latest revision as of 23:00, 29 December 2020

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που ταξιδεύει ή ταξίδεψε σε μακρινούς τόπους («θα πάω μ’ αλαργοτάξιδο καράβι εγώ στα ξένα»).
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλάργος + ταξίδι].