Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αλευρόμετρο: Difference between revisions

From LSJ

Νέµουσι δ' οἴκους καὶ τὰ ναυστολούµενα ἔσω δόµων σῴζουσιν, οὐδ' ἐρηµίᾳ γυναικὸς οἶκος εὐπινὴς οὐδ' ὄλβιος → They manage households, and save what is brought by sea within the home, and no house deprived of a woman can be tidy and prosperous

Euripides, Melanippe Captiva, Fragment 6.11
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το (Τεχνολ.-Χημ.)<br />όργανο που χρησιμοποιείται για τη [[μέτρηση]] της γλουτένης, η οποία περιέχεται στη [[ζύμη]] του αλεύρου, για τον καθορισμό τών αρτοποιητικών ιδιοτήτων του.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ελληνογενές <span style="color: red;"><</span> <i>ἄλευρoν</i> <span style="color: red;">+</span> [[μέτρο]](<i>ν</i>), πρβλ. αγγλ. <i>aleurometer</i>].
|mltxt=το (Τεχνολ.-Χημ.)<br />όργανο που χρησιμοποιείται για τη [[μέτρηση]] της γλουτένης, η οποία περιέχεται στη [[ζύμη]] του αλεύρου, για τον καθορισμό τών αρτοποιητικών ιδιοτήτων του.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Ελληνογενές <span style="color: red;"><</span> <i>ἄλευρoν</i> <span style="color: red;">+</span> [[μέτρο]](<i>ν</i>), πρβλ. αγγλ. <i>aleurometer</i>].
}}
}}

Latest revision as of 23:20, 29 December 2020

Greek Monolingual

το (Τεχνολ.-Χημ.)
όργανο που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της γλουτένης, η οποία περιέχεται στη ζύμη του αλεύρου, για τον καθορισμό τών αρτοποιητικών ιδιοτήτων του.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Ελληνογενές < ἄλευρoν + μέτρο(ν), πρβλ. αγγλ. aleurometer].