πρωτόσπορος: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἔστι λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅρκια πιστά → there are no pacts between lions and men, between lions and men there are no oaths of faith, there can be no covenants between men and lions

Source
(4)
m (LSJ2 replacement)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=πρωτόσπορος
|Medium diacritics=πρωτόσπορος
|Low diacritics=πρωτόσπορος
|Capitals=ΠΡΩΤΟΣΠΟΡΟΣ
|Transliteration A=prōtósporos
|Transliteration B=prōtosporos
|Transliteration C=protosporos
|Beta Code=prwto/sporos
|Definition=ον, Pass., [[first sown]] or [[generated]], Theodect. 18, Nonn. ''D.'' 9.142, etc.
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, ΜΑ<br />αυτός που σπάρθηκε ή γονιμοποιήθηκε [[πρώτος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πρωτ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[σπόρος]] (<span style="color: red;"><</span> [[σπόρος]] <span style="color: red;"><</span> [[σπείρω]]). Η προπαροξυτονία προσδίδει στον τ. παθητική σημ.].
|mltxt=-ον, ΜΑ<br />αυτός που σπάρθηκε ή γονιμοποιήθηκε [[πρώτος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πρωτ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[σπόρος]] (<span style="color: red;"><</span> [[σπόρος]] <span style="color: red;"><</span> [[σπείρω]]). Η προπαροξυτονία προσδίδει στον τ. παθητική σημ.].

Revision as of 11:00, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρωτόσπορος Medium diacritics: πρωτόσπορος Low diacritics: πρωτόσπορος Capitals: ΠΡΩΤΟΣΠΟΡΟΣ
Transliteration A: prōtósporos Transliteration B: prōtosporos Transliteration C: protosporos Beta Code: prwto/sporos

English (LSJ)

ον, Pass., first sown or generated, Theodect. 18, Nonn. D. 9.142, etc.

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
αυτός που σπάρθηκε ή γονιμοποιήθηκε πρώτος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρωτ(ο)- + -σπόρος (< σπόρος < σπείρω). Η προπαροξυτονία προσδίδει στον τ. παθητική σημ.].

Russian (Dvoretsky)

πρωτόσπορος: впервые созидающий, творящий (θεοῦ φωνή Anth.).