σχηματουργία: Difference between revisions
From LSJ
ὁ γὰρ μανθάνων κιθαρίζειν κιθαρίζων μανθάνει κιθαρίζειν → he who is learning the harp, learns the harp by harping
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "οῡμαι" to "οῦμαι") |
||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἡ, Α [[ | |mltxt=ἡ, Α [[σχηματουργοῦμαι]]<br /><b>1.</b> [[διαμόρφωση]], [[πρόσληψη]] σχήματος<br /><b>2.</b> [[συμβολισμός]]<br /><b>3.</b> (για αστέρες) [[σύμπλεγμα]] αστέρων. | ||
}} | }} |
Revision as of 16:40, 26 March 2021
English (LSJ)
ἡ, A configuration, of the planets, Cat.Cod.Astr.1.148 (pl.).
Greek Monolingual
ἡ, Α σχηματουργοῦμαι
1. διαμόρφωση, πρόσληψη σχήματος
2. συμβολισμός
3. (για αστέρες) σύμπλεγμα αστέρων.