ληναίος: Difference between revisions

From LSJ

πρέπει γὰρ τοὺς παῖδας ὥσπερ τῆς οὐσίας οὕτω καὶ τῆς φιλίας τῆς πατρικῆς κληρονομεῖν → it is right that children inherit their fathers' friendships just as they would their possessions

Source
(23)
 
m (Text replacement - "αῑος" to "αῖος")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ληναῑος, -αία, -ον (Α) [[ληνός]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ληνό, στο [[πατητήρι]].
|mltxt=ληναῖος, -αία, -ον (Α) [[ληνός]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ληνό, στο [[πατητήρι]].
}}
}}

Latest revision as of 12:55, 28 March 2021

Greek Monolingual

ληναῖος, -αία, -ον (Α) ληνός
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ληνό, στο πατητήρι.