ἀκίναγμα: Difference between revisions
From LSJ
Τὰ θνητὰ πάντα μεταβολὰς πολλὰς ἔχει → Mortalium res plurimas capiunt vices → Was sterblich ist, kennt alles viele Umschwünge
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ματος, τό | |dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">• Prosodia:</b> [ᾰκῐ-]<br />[[sacudida]], [[temblor]] χειρῶν ἠδὲ ποδῶν <i>Lyr.Adesp</i>.122. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀκίναγμα]], το (Α)<br />το ρυθμικό [[τίναγμα]] τών ποδιών και των χεριών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. [[ακινάκης]]]. | |mltxt=[[ἀκίναγμα]], το (Α)<br />το ρυθμικό [[τίναγμα]] τών ποδιών και των χεριών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. [[ακινάκης]]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 10:10, 20 July 2021
English (LSJ)
[ᾰκῐ], τό, A = τίναγμα, χειρῶν ἠδὲ ποδῶν Lyr.Adesp.30 B (= Call.Fr.anon.68):—also ἀκιναγμός, ὁ, Hsch.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκίναγμα: [ᾰκῐ], τό, -γμός, ὁ, = τίναγμα, -γμός, «χειρῶν ἠδὲ ποδῶν ἀκινάγματα, τὰ τινάγματα τῶν ποδῶν μετὰ ῥυθμοῦ, καὶ τὰ τῶν χειρῶν κινήματα», Ποιητ. ἐν Ἐτυμ. Μ. 48. 39.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
• Prosodia: [ᾰκῐ-]
sacudida, temblor χειρῶν ἠδὲ ποδῶν Lyr.Adesp.122.
Greek Monolingual
ἀκίναγμα, το (Α)
το ρυθμικό τίναγμα τών ποδιών και των χεριών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. ακινάκης].