γαμήσι: Difference between revisions

From LSJ

Λόγος εὐχάριστος χάριτός ἐστ' ἀνταπόδοσις → Es sermo gratus pro relata gratia → Ein gutes Wort ist Dank für eine gute Tat

Menander, Monostichoi, 330
(8)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το<br />η [[συνουσία]], η σαρκική [[μίξη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <b>μσν.</b> (το) <i>γαμήσει</i> <span style="color: red;"><</span> <b>αρχ.</b> <i>γαμήσειν</i>, απρμφ. μέλλοντος του [[γαμέω]], -<i>ώ</i> (<b>[[πρβλ]].</b> το <i>γεννήσι</i>, το <i>κοιμήσι</i>, <b>κ.λπ.</b>)].
|mltxt=το<br />η [[συνουσία]], η σαρκική [[μίξη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <b>μσν.</b> (το) <i>γαμήσει</i> <span style="color: red;"><</span> <b>αρχ.</b> <i>γαμήσειν</i>, απρμφ. μέλλοντος του [[γαμέω]], -<i>ώ</i> ([[πρβλ]]. το <i>γεννήσι</i>, το <i>κοιμήσι</i>, <b>κ.λπ.</b>)].
}}
}}

Latest revision as of 08:27, 23 August 2021

Greek Monolingual

το
η συνουσία, η σαρκική μίξη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μσν. (το) γαμήσει < αρχ. γαμήσειν, απρμφ. μέλλοντος του γαμέω, -ώ (πρβλ. το γεννήσι, το κοιμήσι, κ.λπ.)].