ετοιμοτρεπής: Difference between revisions
From LSJ
Τα βιβλία τα παρά των ξένων επαίδευε τους εν τη αγορά ανθρώπους, τους Ομήρου φίλους → The others' books educated the people in the marketplace, the friends of Homer.
(14) |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἑτοιμοτρεπής]], -ές (Α)<br />αυτός που εύκολα τρέπεται ή οδηγείται σε [[κάτι]] («ἑτοιμοτρεπὴς εἰς ἁμαρτίαν», Κύριλλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[έτοιμος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τρεπής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τρέπω]]), | |mltxt=[[ἑτοιμοτρεπής]], -ές (Α)<br />αυτός που εύκολα τρέπεται ή οδηγείται σε [[κάτι]] («ἑτοιμοτρεπὴς εἰς ἁμαρτίαν», Κύριλλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[έτοιμος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τρεπής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τρέπω]]), [[πρβλ]]. <i>ευ</i>-<i>τρεπής</i>]. | ||
}} | }} |
Revision as of 09:00, 23 August 2021
Greek Monolingual
ἑτοιμοτρεπής, -ές (Α)
αυτός που εύκολα τρέπεται ή οδηγείται σε κάτι («ἑτοιμοτρεπὴς εἰς ἁμαρτίαν», Κύριλλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < έτοιμος + -τρεπής (< τρέπω), πρβλ. ευ-τρεπής].