ζωοτεχνικός: Difference between revisions

From LSJ

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
(16)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[ζωοτεχνία]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «ζωοτεχνική [[υπηρεσία]]» — κρατική [[υπηρεσία]] που επιδιώκει την [[προαγωγή]] της κτηνοτροφίας. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ζωοτεχνικά</i> και -<i>ώς</i><br />από την [[άποψη]] της ζωοτεχνίας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., <b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>zootechnical</i> <span style="color: red;"><</span> <i>zoo</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> <i>ζω</i>(<i>ο</i>)- [II]) <span style="color: red;">+</span> <i>technical</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[τεχνικός]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στον Ραϊνόλδο Δημητριάδη].
|mltxt=-ή, -ό<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[ζωοτεχνία]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «ζωοτεχνική [[υπηρεσία]]» — κρατική [[υπηρεσία]] που επιδιώκει την [[προαγωγή]] της κτηνοτροφίας. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ζωοτεχνικά</i> και -<i>ώς</i><br />από την [[άποψη]] της ζωοτεχνίας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., [[πρβλ]]. αγγλ. <i>zootechnical</i> <span style="color: red;"><</span> <i>zoo</i>- ([[πρβλ]]. <i>ζω</i>(<i>ο</i>)- [II]) <span style="color: red;">+</span> <i>technical</i> ([[πρβλ]]. [[τεχνικός]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στον Ραϊνόλδο Δημητριάδη].
}}
}}

Latest revision as of 09:15, 23 August 2021

Greek Monolingual

-ή, -ό
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη ζωοτεχνία
2. φρ. «ζωοτεχνική υπηρεσία» — κρατική υπηρεσία που επιδιώκει την προαγωγή της κτηνοτροφίας.
επίρρ...
ζωοτεχνικά και -ώς
από την άποψη της ζωοτεχνίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. zootechnical < zoo- (πρβλ. ζω(ο)- [II]) + technical (πρβλ. τεχνικός). Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στον Ραϊνόλδο Δημητριάδη].