μιαροσιτία: Difference between revisions

From LSJ

Μισῶ πονηρόν, χρηστὸν ὅταν εἴπῃ λόγον → Cum recta fatur, improbum odi maxime → Den Schlechten hass' ich, wenn ein gutes Wort er spricht

Menander, Monostichoi, 352
(6_10)
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''μιᾰροσῑτία''': ἡ, μιαροφαγία, ἀναγινωσκόμενον ὑπὸ Bentl. παρὰ Meineke Μενάνδρ. 538 ἐν Ἀλέξιδος «Πυθαγοριζούσῃ» 3 ([[ἔνθα]] νῦν [[μικροσιτία]]).
|lstext='''μιᾰροσῑτία''': ἡ, μιαροφαγία, ἀναγινωσκόμενον ὑπὸ Bentl. παρὰ Meineke Μενάνδρ. 538 ἐν Ἀλέξιδος «Πυθαγοριζούσῃ» 3 ([[ἔνθα]] νῦν [[μικροσιτία]]).
}}
{{grml
|mltxt=[[μιαροσιτία]], ἡ (Α)<br />[[μιαροφαγία]], το να τρώει [[κανείς]] ακάθαρτες τροφές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μιαρός]] <span style="color: red;">+</span> -[[σιτία]] μέσω ενός αμάρτυρου τ. <i>μιαρόσιτος</i> ([[πρβλ]]. [[οικοσιτία]])].
}}
}}

Latest revision as of 15:10, 23 August 2021

German (Pape)

[Seite 182] ἡ, das Essen unreiner, schlechter Speisen, Mein. Men. p. 538.

Greek (Liddell-Scott)

μιᾰροσῑτία: ἡ, μιαροφαγία, ἀναγινωσκόμενον ὑπὸ Bentl. παρὰ Meineke Μενάνδρ. 538 ἐν Ἀλέξιδος «Πυθαγοριζούσῃ» 3 (ἔνθα νῦν μικροσιτία).

Greek Monolingual

μιαροσιτία, ἡ (Α)
μιαροφαγία, το να τρώει κανείς ακάθαρτες τροφές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μιαρός + -σιτία μέσω ενός αμάρτυρου τ. μιαρόσιτος (πρβλ. οικοσιτία)].